Το μεγαλύτερο πλήγμα της δεκαετίας 2010-2020 στη χώρα μας, αναμφισβήτητα έχει δεχθεί η μεσαία τάξη, αλλά και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με τα «απόνερα» να εξακολουθούν το 2025 να συντηρούν οικονομικές ανισότητες. Η οικονομική απόσταση διαθέσιμου εισοδήματος και αγοραστικής δύναμης μπορεί να μην διευρύνεται, αλλά ούτε μικραίνει. Η «πριν και μετά την ΔΕΘ εποχή» είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται συχνά στον πολιτικό και οικονομικό λόγο της Ελλάδας για να περιγράψει τις προσδοκίες, τις εξαγγελίες και τις ενδεχόμενες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές βελτιώσεις, από την ετήσια ομιλία του Πρωθυπουργού στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης.
Τα εγκαίνια της ιστορικής Εκθεσης λειτουργούν εδώ και δεκαετίες ως ανεπίσημη έναρξη του επόμενου οικονομικού έτους, με τις εξαγγελίες μιας μικρής ή μεγάλης λίστας ελαφρύνσεων. Το ύψος των φοροελαφρύνσεων που αναμένεται να ανακοινώσει ο πρωθυπουργός αρχές Σεπτεμβρίου, που σύμφωνα πάντα με τις μέχρι τώρα δηλώσεις θα είναι σε άμεση συνάρτηση με τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο. Το οικονομικό επιτελείο έχει ήδη καταρτίσει διάφορα σενάρια, με σημείο εκκίνησης το ποσό της τάξεως του 1,5 δις ευρώ. Από αυτά, το 1 δις ευρώ προέρχεται από την περυσινή υπεραπόδοση του προϋπολογισμού, ενώ τα υπόλοιπα 500 εκατ. ευρώ εξασφαλίστηκαν μέσω της ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες. Επίσης τα στοιχεία του προϋπολογισµού δείχνουν για το α’ εξάµηνο του έτους ότι το πρωτογενές πλεόνασµα έφθασε στα 4,67 δις ευρώ και τα έσοδα ήταν αυξηµένα 7,8% και κατά 2,32 δις ευρώ, έναντι του αρχικού στόχου.
Ενόψει λοιπόν των αναμενόμενων εξαγγελιών επισημαίνεται ότι η φιλοσοφία που θα πρέπει να διαπνέει το «πακέτο της ΔΕΘ» πρέπει να είναι αφενός λελογισμένη και αφετέρου προσαρμοσμένη στη λογική της ανακούφισης της μεσαίας τάξης, η οποία έχει επωμιστεί σημαντικά βάρη από την περίοδο των μνημονίων και μετά. Δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας ότι οι πολίτες περιμένουν μέτρα που θα «φτάνουν στην τσέπη τους», ενώ οι επιχειρήσεις ζητούν σταθερά χαμηλότερο φορολογικό και ασφαλιστικό περιβάλλον, αλλά και μεγαλύτερη επενδυτική δυναμική.
Η συγκρότηση ενός συνεκτικού, τριπλού περιεχομένου πακέτου, με κοινωνικά, φορολογικά, επενδυτικά μέτρα, που παράλληλα θα προβλέπει την επιτάχυνση μεταρρυθμίσεων που έχουν ωριμάσει και θα έχουν απήχηση στην κοινωνία πρέπει να αποτελεί τη βάση και το πλαίσιο που θα επιχειρεί την προσέγγιση των προσδοκιών και όχι τη διαχείριση των απογοητεύσεων. Γνωρίζουμε πως είναι εξαιρετικά δύσκολο να «χωρέσουν» στο καλάθι της ΔΕΘ όλες οι ανάγκες μας, αλλά σίγουρα χωράνε μέτρα που μπορούν να προσφέρουν μία σταθερή στήριξη μόνιμου χαρακτήρα.
Η φετινή ΔΕΘ, θα λειτουργήσει ενδεχομένως και ως ξεκίνημα της πολιτικής προεκλογικής περιόδου, αφού όσα ανακοινωθούν για το 2026, αυτά θα προλάβουν να καρπωθούν οι Ελληνες πολίτες πριν τις εκλογές της τετραετίας την ‘Ανοιξη του 2027. Οι εξαγγελίες παροχών απαιτούν σοβαρή προετοιμασία κυβερνητικού αφηγήματος, όχι γιατί σύσσωμη η αντιπολίτευση θα σπεύσει, να ασκήσει δριμύτατη αντιπολιτευτική κριτική στην προσπάθεια να αποδομήσει το αφήγημα για τις όποιες εντυπώσεις, αλλά γιατί επί της ουσίας δεν υπάρχει χρόνος. Και δεν υπάρχει, όχι μόνο πολιτικός χρόνος αλλά ούτε οικονομικός χρόνος διαθέσιμος στην παρούσα χρονική συγκυρία όπου ο διεθνής δασμολογικός πόλεμος αμφισβητεί όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Επίσης οι γεωπολιτικές ισορροπίες χρειάζονται εθνική συνείδηση και διπλωματική διαχείριση. Η συνέπεια λόγων και έργων πρέπει να αποτυπωθεί κυρίως σε αυτό το «πακέτο παροχών», ώστε να επιβεβαιώσει την επαφή με την κοινωνία, να καθιστά ρεαλιστικές τις προσδοκίες, αλλά και να επιτύχει την εκπομπή σαφών, μετρήσιμων και κυρίως εφαρμόσιμων μηνυμάτων.
Η προσοχή των υπουργείων της κυβέρνησης στρέφεται πλέον στις πηγές που μπορεί να βρει τα «κατάλληλα όπλα» για να τιθασεύσει την ακρίβεια που ροκανίζει τα εισοδήματα της μεσαίας τάξης και τον πληθωρισμό που ταλανίζει τις επιχειρήσεις με δεδομένη την κυκλικότητα της οικονομίας. Επίσης προσανατολίζεται στην ενίσχυση των εισοδημάτων, κυρίως µέσω φορολογικών ελαφρύνσεων για μια καλύτερη καθημερινότητα της μεσαίας τάξης και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Η αγορά περιμένει γενναία μέτρα με άμεσα μετρήσιμα αποτελέσματα από την εφαρμογή τους, ως συνέπεια λόγων και έργων από το κυβερνητικό επιτελείο. Η επιτάχυνση των μεταρρυθμιστικών τομών, όπου αυτές απαιτούνται, χρειάζονται αμοιβαία εμπιστοσύνη, ώστε να κεφαλαιοποιηθούν δίνοντας οικονομική ώθηση, κοινωνική ανάκαμψη και καλύτερη ποιότητα ζωής. Σαφώς γνωρίζουμε πως επιβάλλεται να μείνουμε μακριά από τις ιαχές του παρελθόντος «δώστα όλα» που τελικά στοίχησαν πολύ ακριβά στην οικονομία και τη τσέπη μας.
Αυτό που θέλουμε να αλλάξει από την «πριν την ΔΕΘ εποχή» είναι ξεκάθαρα η καθημερινότητα μας με μέτρα και μεταρρυθμίσεις που θα έχουν απήχηση στη κοινωνία, που θα έχουν προετοιμαστεί μετά από σοβαρή ανάλυση, ρεαλιστική κατανόηση και δίκαιη αποτίμηση της κοινωνικής πίεσης. Στο βήμα και κατά τη διάρκεια της ΔΕΘ εκτός από τις εξαγγελίες του Πρωθυπουργού, θέλουμε να ακούσουμε από όλους τους πολιτικούς αρχηγούς μετρήσιμα μηνύματα, αντί ανέξοδων υποσχέσεων και εντυπώσεων δημοφιλίας. Το οικονομικό επιτελείο πρέπει να παρουσιάσει μόνιμα μέτρα για την αναµόρφωση της κλίµακας φορολογίας εισοδήµατος φυσικών προσώπων, τη στήριξη των οικογενειών με εφάπαξ χαρακτήρα µέτρα που θα οδηγήσουν στην αντιµετώπιση του στεγαστικού και ενεργειακού προβλήµατος. Τέλος αυτό που θέλουμε από την «μετά την ΔΕΘ εποχή» είναι η άμεση οικονομική ανακούφιση της μεσαίας τάξης, η ανάκτηση της εμπιστοσύνης στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και η εφαρμοστικότητα των εξαγγελιών με χρονοδιάγραμμα χωρίς απόκλιση. Θέλουμε να διαμορφωθεί στη χώρα μας ένα πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό «momentum» με αξιοπιστία, συνέχεια και συνέπεια. Το πόσο και πως μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο η «πριν» από τη «μετά την ΔΕΘ» καθημερινότητα της μεσαίας τάξης και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα το μάθουμε τον Σεπτέμβριο.