21.8 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
spot_img
ΑρχικήΠΡΩΤΗΣΕΛΙΔΑΓια πρώτη φορά έκθεση με έργα Φώτη Κόντογλου και των νεοτέρων του

Για πρώτη φορά έκθεση με έργα Φώτη Κόντογλου και των νεοτέρων του

«Οι ξεθωριασμένες μνήμες του χθες αναζητούν διέξοδο προς τις πηγές των θυμήσεων, οδηγώντας τη σκέψη μας προς τις εμβληματικές προδρομικές μορφές αυτών που, μένοντας προσηλωμένοι στην ιστορική και πολιτισμική παράδοση, έκαναν λάβαρο την πρόθεση της αναστήλωσης του ιερού της ελληνικότητας. Επιστροφή στην οποία αργότερα μια πλειάδα λογίων, επιφανών του πνεύματος και της τέχνης, θα συστρατευθούν, καθιστώντας την ευαγγελιζόμενη επιστροφή στην παράδοση κέντρο και των δικών τους αναζητήσεων. Ο Φώτης Κόντογλου, από τις εμβληματικότερες προσωπικότητες της γενιάς του ‘30, όχι μόνο ως νοσταλγός, αλλά και ως αυθεντικός εκφραστής της ανάγκης για επιστροφή στα θέσμια των παραδόσεων, της συλλογικής μνήμης και της λαϊκής παράδοσης, έθεσε ως κυρίαρχο ζητούμενο την απαλλαγή από την κηδεμονία και την εξάρτηση από τα καλλιτεχνικά ρεύματα της Δύσης».

Φώτης Κόντογλου (1895-1965), «Εγγονόπουλος, Φαναριώτης», 1934.
Αυγοτέμπερα σε ξύλο, 25,5 × 19,5 εκ.
Ιδιωτική συλλογή

Με αυτά λόγια, ο Κυριάκος Κουτσομάλης, Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή και Επιμελητής της έκθεσης «Ο Φώτης Κόντογλου και η επιρροή του στους νεότερους», μας προϊδέασε για την αριστουργηματική Eκθεση που ξεκίνησε από τις 21 Σεπτεμβρίου2022.
Η δομή του αφιερώματος Ο Φώτης Κόντογλου και η επιρροή του στους νεότερους αναπτύσσεται σε δυο σκέλη. Το πρώτο, με άξονα αναφορών του χαρισματικού Φώτη Κόντογλου με την ακατάσχετη συγκινησιακή ευαισθησία, την ενάργεια του αφηγηματικού λόγου, την σχεδιαστική μαεστρία και τον ζωγραφικό λυρισμό του χρωστήρα του ανεδείχθη αφυπνιστής της Εθνικής συνείδησης και της λειτουργικής τέχνης της Ορθοδοξίας. Και από την άλλη, την επιρροή που άσκησε στο πεδίο των εικαστικών τεχνών και τα γράμματα του 20ου αιώνα στους νεότερους.
Εκτός από τους άμεσους, πρωτόκλητους μαθητές του που ήταν ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Νίκος Εγγονόπουλος, στενή ήταν η σχέση που αναπτύχθηκε με τον Ράλλη Κοψίδη, τον Σπύρο Παπαλουκά, τον Σπύρο Βασιλείου, τον συμπατριώτη του Στρατή Δούκα και τον Νίκο Βέλμο, ενώ υπήρξαν και αυτοί που ανήκουν στη χορεία των «κρυπτομαθητών» όπως ο Γιάννης Μόραλης, ο Διαμαντής Διαμαντόπουλος, ο Κλέαρχος Λουκόπουλος και ο Klaus Vrieslander, οι οποίοι διατηρούσαν επαφές χωρίς όμως να γίνουν ποτέ βοηθοί και

Φώτης Κόντογλου (1895-1965), «Μαρία Κόντογλου», 1937.
Υδατογραφία, 20,7 × 12 εκ.
Ιδιωτική συλλογή

συνεργάτες του. Αλλά και από τους εν ζωή καλλιτέχνες, πολλοί είναι αυτοί που εισέπνευσαν στην καλλιτεχνική και πνευματική αύρα ενός έργου που έμμεσα επηρέασε το έργο τους, και οι οποίοι ευγνώμονα ομολογούν την οφειλή τους.
Για την επίτευξη του σκοπού, έργα 39 καλλιτεχνών αντιπαρατίθενται σε έργα του Φώτη Κόντογλου όπου καταδεικνύονται οι επιρροές, άμεσες και έμμεσες: 52 δανειστές, Ιδρύματα, φορείς και ιδιώτες συνέβαλαν με δανεισμούς που αριθμούν σε 135 έργα.
Η έκθεση αναπτύσσεται στις εξής θεματικές ενότητες:
α) Οι πρώτοι μαθητές
β) Μύθοι και ήρωες
γ) Προσωπογραφίες
δ) Τοπογραφίες
ε) Ο ξεριζωμός
στ) Ιστορήσεις ναών
ζ) Εικονογραφία
Στην έκθεση συμμετέχουν με έργα τους οι καλλιτέχνες Ιωάννης Βαμπούλης, Πέτρος Βαμπούλης, Σπύρος Βασιλείου, Φώτης Βάρθης, Νίκος Βέλμος, Κωνσταντίνος Γεωργακόπουλος, Γεώργιος Γλιάτας, Στέφανος Δασκαλάκης, Διαμαντής Διαμαντόπουλος, Νίκος Εγγονόπουλος, Μάρκος Καμπάνης, Ανδρέας Κοντέλλης, Φώτης Κόντογλου, Γεώργιος Κόρδης, Ράλλης Κοψίδης, Αλέκος Κυραρίνης, Αλέκος Λεβίδης, Κλέαρχος Λουκόπουλος, Νεκτάριος Μαμάης, Τάσος Μαντζαβίνος, Ιωάννης Μητράκας, Γιάννης Μόραλης, Νίκος Μόσχος, Εμμανουήλ Μπιτσάκης, Χρήστος Μποκόρος, Γιάννης Παπαδέλης, Σπύρος Παπαλουκάς, Κωνσταντίνος Παπαμιχαλόπουλος, Κώστας Παπανικολάου, Σπύρος Παπανικολάου, Γιώργος Ρόρρης, Εδουάρδος Σακαγιάν, Παύλος Σάμιος, π. Σταμάτης Σκλήρης, Σωτήρης Σόρογκας, Γιάννης Τσαρούχης, Στέλιος Φαϊτάκης, Φίκος, Νικόλαος Χούτος, Γιώργος Χοχλιδάκης και Klaus Vrieslander.
Η ζωή του Φώτη Κόντογλου

Γιάννης Τσαρούχης (1910-1989), «Η Βάπτισις του Υιού του Ανθρώπου», 1954.
Ακουαρέλα σε χαρτί, 22,3 × 25,2 εκ.
Ιδιωτική συλλογή

Ο Φώτης Κόντογλου ήταν 27 ετών όταν, το 1922, ως πρόσφυγας πλέον, εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Νωρίτερα, το 1913, μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στο ιστορικό γυμνάσιο των Κυδωνιών, είχε πάει στην Αθήνα με σκοπό να σπουδάσει στην ΑΣΚΤ. Διέκοψε όμως τις σπουδές του και άρχισε έναν περίπλου ταξιδιωτικό καταλήγοντας στο Παρίσι, όπου διέμεινε περίπου για έναν χρόνο, μετά το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
Hταν η περίοδος κατά την οποία η περιώνυμη Σχολή του Μονάχου, όπου πολλοί Eλληνες ζωγράφοι, με προεξάρχοντα τον Γιώργο Ιακωβίδη, είχαν συμπληρώσει την εικαστική τους παιδεία, άρχισε να χάνει την αίγλη της έναντι του Παρισιού, όπου εκκολάπτονταν οι νέες περί τέχνης θεωρίες. Καλλιτέχνες όπως ο Παρθένης, ο Μαλέας και άλλοι της γενιάς τους δέχονταν επιρροές από τις παρισινές πρωτοποριακές ιδέες και τις μετέφεραν στην Ελλάδα, συμβάλλοντας έτσι ώστε η νεοελληνική τέχνη να αποκτά νέους προσανατολισμούς. Ο Φώτης Κόντογλου, υπερβαίνοντας αυτές τις νεοφανείς ιδέες της αδιαφανούς Δύσης, όπως έλεγε, αντιπαρέθετε τη διαφάνεια της πάτριας καταγωγής του, διατρανώνοντας την ανάγκη εμμονής στην ελληνοπρεπή παράδοση, σε αδιάσπαστη ενότητα με το ορθόδοξο δόγμα, συνιστώντας μάλιστα στους νέους να γνωρίσουν τις πηγές προτού στραφούν στην αναζήτηση νέων καλλιτεχνικών ιδιομορφιών.

Ράλλης Κοψίδης (1929-2010), «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης», 1988.
Λάδι σε καμβά, 100 × 140 εκ.
Συλλογή Σοφίας Κοψίδου

Η στάση του αυτή καθιστούσε πρόδηλο το γεγονός ότι ο βίαιος εκπατρισμός του από τον γενέθλιο τόπο δεν ήταν μόνο υπόθεση γεωγραφίας: ήταν ο ψυχοσυναισθηματικός εκπατρισμός που ακουμπούσε και προσέβαλλε την ψυχή του, εκεί δηλαδή όπου εδρεύουν και υπνώττουν οι μνήμες, τα βιώματα, οι παραδόσεις, αναμένοντας τη μετουσίωσή τους, ώστε να αναδυθούν ως η άλλη, η «εν ετέρα μορφή» πραγματικότητα.
Κατά την άφιξή του στην Ελλάδα, έκανε αισθητή την παρουσία του στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή του τόπου. Oπως ο ίδιος αναφέρει, αμέσως μετά την εγκατάστασή του, άρχισε να δραστηριοποιείται εντατικά για την ανάδειξη της συμβολής της ελληνικής παράδοσης στη διαμόρφωση της σύγχρονης ελληνικής τέχνης. «Από του 1922 εγκατασταθείς εις την Ελλάδα ειργάσθην εντατικώς εις ό,τι αφορά την συμβολήν της ελληνικής παραδόσεως εις την μόρφωσιν συγχρόνου ελληνικής τέχνης» αναφέρει αυτολεξεί σε αδημοσίευτη επιστολή του 1941 προς τους καθηγητές του ΕΜΠ. Οι επανειλημμένες επισκέψεις του στο Άγιον Όρος, και ιδιαίτερα η πολύμηνη παραμονή του εκεί το 1923, επηρέασαν καθοριστικά το έργο του, ανοίγοντας τον δρόμο του προς τη βυζαντινή και μεταβυζαντινή ζωγραφική.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας που ακολούθησε τον ερχομό του στην Ελλάδα, στα πρώιμα νεανικά του έργα γίνονται εμφανείς τόσο η σχεδιαστική όσο και η τεχνοτροπική του δεινότητα. Τα γεωμετρικά μοτίβα, η μετωπική διάταξη των μορφών, οι στερεομετρικοί όγκοι και η κατανομή τους στον χώρο είναι χαρακτηριστικά που παραπέμπουν σε ανομολόγητες ενδεχομένως επιρροές νεότερων εικαστικών ρευμάτων, με τα οποία, παρ’ ότι καλά τα γνώριζε, δεν ήθελε να συμφιλιωθεί. Προϊόντος του χρόνου, οι μονοχρωματικές επιδόσεις του άρχισαν να μετριάζονται, ο ρεαλισμός να υποχωρεί προς μια απλουστευμένη γραμμικότητα, η θεματολογία να προκύπτει από τη λαϊκή κατά το πλείστον παράδοση, προτού στη συνέχεια συστηματικά επιδοθεί στην τεχνική της νωπογραφίας και της αυγοτέμπερας.

Άποψη της έκθεσης «Ο Φώτης Κόντογλου και η επιρροή του στους νεότερους»

Το 1932 ζωγράφισε με την τεχνική της νωπογραφίας δύο τοίχους της κατοικίας του στην αθηναϊκή συνοικία Κυπριάδου, στα Πατήσια, με θέματα που αφορούν την ελληνική ιστορία αλλά και αναμνήσεις που αποδίδονται σε λαϊκότροπο κλίμα. Βοηθοί του ήταν τότε ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Νίκος Εγγονόπουλος. Αποτοιχισμένη με δαπάνες του Βασίλη Γουλανδρή, χαρίστηκε ως δωρεά στην Εθνική Πινακοθήκη.
Το 1934 ανέλαβε την παραγγελία εικονογράφησης του παρεκκλησίου της Αγίας Λουκίας στο αγρόκτημα της οικογένειας Ζαΐμη, προκρίτων του 1821 και πολιτικών, στο Ρίο Πατρών.
Το ότι το 1937 του ανετέθη από το Δημοτικό Συμβούλιο να διακοσμήσει τρεις αίθουσες του δημαρχιακού μεγάρου της Αθήνας αποτελεί δείγμα φερεγγυότητας και εμπιστοσύνης. Eργο μνημειακών διαστάσεων, μήκους 28 μέτρων, το οποίο συνθέτουν 250 εικονογραφικές αποτυπώσεις ηρώων, εθνικών και θρησκευτικών συμβόλων, που συνοψίζει κεφάλαια τόσο της κοσμικής όσο και της θρησκευτικής ζωγραφικής, συνιστά τη σημαντικότερη προσφορά του στην ιστορία της νεοελληνικής ζωγραφικής. Το έργο εξήραν διακεκριμένοι λόγιοι και διανοητές, όπως ο Καζαντζάκης, ο Ουράνης, ο φίλος και συμπατριώτης του Στρατής Δούκας, ο Βενέζης, ο Μυριβήλης, ο Παρθένης, ο Τόμπρος και πλειάδα άλλων διακεκριμένων του πνεύματος και της τέχνης.
Διάρκεια έκθεσης:
21 Σεπτεμβρίου – 12 Δεκεμβρίου 2022
Ωρες λειτουργίας:
Δευτέρα, Τετάρτη, Πέμπτη, Σάββατο & Κυριακή: 10:00 – 18:00, Παρασκευή: 10:00-20:00
Τρίτη κλειστά
Ιδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή
Ερατοσθένους 13, Αθήνα 11635

Να τονίσουμε ότι η αναδρομική Εκθεση με έργα του Φώτη Κόντογλου και ταυτόχρονα έργα καλλιτεχνών που επηρεάστηκαν γίνεται για πρώτη φορά.

Το μεγάλο ερώτημα
Και το ερώτημα: πόθεν και προς τι η αυστηρή, έως και απορριπτική, κριτική του προς τη δυτική τέχνη, την τέχνη της αδιαφανούς, όπως τη χαρακτήριζε, Δύσης; Η αντιπαράθεση μεταξύ Δύσης και Ανατολής; Μεταξύ δυτικότροπης και ανατολικής παράδοσης, παρά το ότι είναι βέβαιο και πολλαπλώς και ποικιλοτρόπως αποδεικνύεται ότι ήταν βαθύς γνώστης της πρώτης και παρ’ ότι στις προσωπογραφίες του ανιχνεύονται σπερματικά στοιχεία επιρροών από την ευρωπαϊκή ζωγραφική παράδοση, όπως του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου (El Greco), του Van Gogh, ακόμη και του κατεξοχήν εικονοκλάστη Pablo Picasso, ο οποίος κατ’ αναλογία ευθαρσώς ομολογούσε ότι «μόνο ο κυβισμός παρήγαγε ζωγραφική»; Παρ’ ότι κατά τη διαμονή του στο Παρίσι ήρθε σε επαφή με τα σύγχρονα κινήματα και είδε έργα των μεγάλων δασκάλων της δυτικής ζωγραφικής, κλασικής και νεότερης, όπως των Da Vinci, Botticelli, Giotto, Goya, έως τους επιφανέστερους του μοντερνισμού, όπως τους C?zanne, Manet, Picasso, Van Gogh, Gauguin, Rodin (τον οποίο γνώρισε προσωπικά), για τους οποίους έγραψε λήμματα για εγκυκλοπαίδειες και δημοσίευσε εμπεριστατωμένα κείμενα. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι ήταν άριστος γνώστης της δυτικής τέχνης. Θα ήταν ανεδαφικό, συνεπώς, να του καταλογισθεί το ελλιπές της γνώσης και το μειωμένο, ως εκ τούτου, ενδιαφέρον προς τη δυτική τέχνη. Η εμμονή του στην παράδοση ήταν συνειδητή επιλογή. Το ταλέντο άλλωστε του γραπτού λόγου και της εικονογραφικής του δεινότητας τον βοήθησε να στηρίξει αυτές τις επιλογές και το πάθος του καθοδηγητή της επιστροφής προς την παράδοση.
Ο Φώτης Κόντογλου ήθελε τον εαυτό του ζωγράφο της εικόνας η θέαση της οποίας ορίζεται από μια νοητή προσέγγιση που καθορίζεται από δογματικές δεσμεύσεις, η δε ανάγνωσή της από τη χρήση κωδικών για την αποκρυπτογράφηση εννοιών, μηνυμάτων και συμβολισμών, που θα εισάγουν τον αποδέκτη του ορώμενου στα ενδότερα του μυστηρίου, το οποίο εγκλείεται στην εικονογραφική αφήγηση. Αρνήθηκε να δεχθεί ότι το αμιγές και το μονοσήμαντο είναι έννοιες που δεν συμβιβάζονται με την εξέλιξη στην τέχνη και ότι η αισθητική εικαστική συγκίνηση δεν προκαλείται από μονοδιάστατες εκδοχές.
Κυρ. Κουτσομάλης

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

spot_img

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΣΧΟΛΙΑ